Σάββατο 2 Ιουλίου 2016

Λέει πολλά, ξέχνα το! Άσ'το να αερίζεται, όμως!

Για να μην σκάσει!

Πρωτόγραφο:
2 και 23.
Ήρθα να ξεφορτώσω, πήρα μάτι, μη τσιμπάς Κατερίνα, πάμε για ύπνο, Κατερίνα!
Ώρα να κρατήσουν άλλοι βάρδια, που το μπορούν και ξέρουν και πως!
Έχει θέματα, βαρβάτα, θέματα, ύπνο, σαν ΚΑΛΟ κορίτσι, που εύκολα μπορεί να γίνει και κακό, αν χρειαστεί!

Κράτα γερά, Ελλάδα! Δε μπορεί, θα την βρούμε την άκρη!
Πόσα χρόνια, λες, να

Κοίτα να δεις και άκου, να μάθεις.

Επειδή ο μήνας πήγε 2 του Ιούλη 2016, κι επειδή το καλοκαίρι θα φύγει και χαμπάρι δε θα πάρουμε και γι’ αυτό, κι επειδή «τα πολλά λόγια είναι φτώχεια», όπως έλεγε η κάθε μάνα μας, κι επειδή, τελικά, είμαι πολύ πλούσια σ’ αυτή την φτώχεια, αν και το καλοκαίρι δεν λένε κάλαντα, όσο γίνεται, εν συντομία, θα σας τα πω:
Λόγοι υγείας και καθυστερήσεων σε βασικούς τομείς της ζωής μου (βλέπε:δάνεια, περίπτερα, κ.λ.π.) ξέμεινα εδώ, εντός και επί τα αυτά.
Μού είχαν λείψει μια ζωή τα «αυτά» και το ‘φχαριστήθηκα, επί της ουσίας.
Δε σημαίνει όμως, κι ότι δεν με κούρασε. Δεν το συζητάμε!
Ήμουν και παραμένω κοινωνικότατος άνθρωπος, κι αυτό «φαίνεται» και στον «αέρα» μου, 10 χρόνια στο ίντερνετ και πριν απ’ αυτό, στον έξω κόσμο.
Το’ χα το καλλιτεχνικό, από ρίζα!
Πάμε, παρακάτω.
Μαζί μ’ αυτό, είχα και τις Εκκλησιές και τα εξωκλήσια.
Τα είχε κι η μάννα μου αυτά τα ταλέντα, τα κληρονόμησα.
Μηλιές και μήλα, πέφτουν κοντά, εκτός αν βρεθεί ένας ΚΑΛΟΣ ΣΥΝ/ΣΜΟΣ και τα ταξιδέψει παραπέρα… και προκόψουν όλοι!
(Βλέπε Μήλα ΖΑΓΟΡΙΝ, εδώ, δεν έχει λινκςςςς, όπως τα λένε!)

(-Μα, καλά! Θ’ μάσαι το άρρωστο παιδί του Σαμσαρέλλου;
-Πώς να μην το θ’ μάμι; Αφού η μάννα πήγαινε για δουλειές, κι έπαιρνε και μένα μαζί, μια μέρα… ξέφυγε ο άνθρωπος, με κυνηγούσε… ήμουνα παιδάκι, ίσα που θυμάμαι, μ’ άρπαξε η μάννα αγκαλιά, κι έκρυψε εμένα… Ακόμα θυμάμαι το τσίριγμα του πρώην μέσα μου παιδιού…
-Δεν το είχαν γράψει, ούτε στους καταλόγους! Κι ύστερα απ’ πέθανε, πώς να το γράψουν;
-Και δεν το έθαψαν;
Το έθαψαν.)

Κι έλεγα παραπάνω, ότι σε όλη μου την ζωή, τα συνδύαζα και τα δυο.
Μού βγήκε τ’ όνομα: «Η Κατερίνα τρέχει στις Εκκλησιές»
Και τα’ άλλο: «Η Κατερίνα ασχολείται με δοξασμένους, για να την προσέξουν, κ.λ.π. (κουλουπάρια).
Ουδεμία σχέση. Ότι αγαπούσα, το αγαπώ, αρκεί να είναι και αληθινό και κάπως κοντά, στο «όπως το φανταζόμουνα».
…Εξ’ απ’ ανέκαθεν, λοιπόν, τα κεράκια μου, κι αν η μάννα μου δεν ήξερε ολόκληρο το «Πιστεύω», παρά μόνο λίγες γραμμές, εγώ το έμαθα όλο. Τίποτα παραπάνω. Για τα κυβικά μου (όπως διαπιστώνω), θα έπρεπε να ξέρω τα πάντα, απ’ έξω.
Δεν ξέρω, τίποτα, όμως, ούτε και προσπάθησα και να μάθω.
Δούλεψε πολύ το τομάρι μου, είχα οικογένεια, υποχρεώσεις, πολλά έκανα ως γυναίκα, είμαι ευχαριστημένη.

Κι ως προς τα Καλλιτεχνικά, με τραβούσαν. Όταν κατέβαινα στο κέντρο, παλιότερα οι 20 ώρες μου ήταν εκεί, συνδύαζα και τα της Ανθρώπινης Τέχνης.

Απλά τα πράγματα.
Κάποια στιγμή που προέκυψε να απομονωθώ και να περπατάω πολύ (λόγοι υγείας), όποια Εκκλησιά πετύχαινα ανοιχτή, περνούσα.
Εκεί, προέκυψε να δω αλλαγές.
Καθόλου απλά τα πράγματα.

Έναν άνθρωπο άμα κάνεις 30 και χρόνια να τον δεις (επί της ουσίας), θα τον δεις γκριζομάλλη, εκτός, αν είναι γυναίκα και τα βάφει, φυσικά, τα βάφουν και οι άντρες και ΚΑΛΑ, κάνουν!
Αν αυτό τους κάνει να νιώθουν καλύτερα, γιατί, όχι;
Φυσιολογικότατα, πράγματα!

Εκεί, λοιπόν, που συνδυάζονταν Πίστη με Τέχνη, γιατί γινόντουσαν πολλές εκδηλώσεις και σε Εκκλησιές ή με την στήριγμα της Εκκλησία, εκεί…κάπου… έχανα το ζύγι.

Εκεί, ψάχτηκα, είδα πως πάω καλά (ποιος τρελός το παραδέχεται, άλλωστε; Αλλά…. Δεν έστεκαν και γύρω μου, όλα φυσιολογικά.
Εκεί, άρχισα να το ψάχνω.
Καθόλου απλά τα πράγματα, γιατί, δεν ήξερα και να κρυφτώ!
Άμα είσαι αθώος, τα λες!
Κι άμα είσαι ΚΑΛΟΣ, πάλι, τα λες!
Πού τα λες, όμως!
Εδώ, σε θέλω! Κάβουρα… να περπατάς στα κάρβουνα!
Η παραπροηγούμενη δεκαετία της ζωής μου, μού είχε δώσει γερά μαθήματα, μυαλό, δεν έβαλα!
Τζάμπα μάγκας, εγώ η χαμένη.

Μια ζωή χαμένη, αναρωτήθηκα πολλές φορές «γιατί;»
Πού έφταιξα, πόσο λάθος μπορεί να ήμουνα…
Η απάντηση ήρθε κάπως αργά, μέσω «φωτοσκιάσεων, οραμάτων, ονείρων, κ.λ.π.»
…Έτσι, παθαίνουν οι ΚΑΛΟΙ και μάλιστα, πεθαίνουν κιόλας και πολύ νωρίς!
Να, να κόβονται οι γραμμές, να τα ιντερνέτια, να οι αλλαγές εταιρειών, «μα όλη η γειτονιά, δεν έχει πρόβλημα, μόνο Εσύ!»

Ε, μα! Μόνο εγώ!
Πάντα εγώ, για πόσο, εγώ;

Έγιναν τα δρομολόγια στο Νοσοκομείο, πιο τακτικά κι απ’ τον περιπτερά, για τσιγάρα! (Τυχαίο;)

Ε, μα;
Ενοχλώ, ενόχλησα και θα ενοχλώ, όταν το μπορώ, κι όταν ενοχλούμαι.

Επειδή, λοιπόν, δεν σκοπεύσω να χαζέψω και πάρ’ τε κι έναν διάλογο:

(-Χρόνια και ζαμάνια!
-Για πες μου, εσύ κυρά της εκκλησιάς, γιατί εγώ, μπερδεύτηκα. Τι σας έχει πει, ο παπάς που πηγαίνεις, για την Σύνοδο στην Κρήτη;
-Τίποτα.
-Κι εσύ, πώς νιώθεις;
-Τίποτα. Πάω ανάβω το κιράκι μ’, κάνω τα’ τ’ν προσευχούλα μ’ και φεύγω!
-Ξέρω ότι πας σε πολλές Εκκλησιές.
-Μόνο σε μία πάω, πολύ, κι ας χρειάζομαι και λεωφορείο, τώρα!
-Μα, εκεί, δεν είχαμε πάει να εξομολογηθώ, πριν μια δεκαετία και ο παπάς, κρύφτηκε;
-Δεν είχε κρυφτεί, δεν είχαμε κλείσει ραντεβού!
-Πας ΚΑΛΑ; Θα μας πήγαινε Ι.Χ. χωρίς ραντεβού, τόσο μακριά;
Για θυμήσου! Κι αφού επιμέναμε, μείναμε απ’ έξω μια ώρα, χτυπούσαμε τηλέφωνα, μας κοίταζε απ’ το κουρτινάκι, κι εσύ η ίδια έλεγες: «Του μπήκε ο Διάολος, σήμερα», κι εγώ κουφάθηκα, γιατί στο μυαλό μου δεν τον έβαζα ποτέ!
-Αυτός είναι ακόμα;
-Ναι.
-Εκεί, πας, δηλαδή!
-Θέλεις να κανονίσουμε να πάμε μαζί, τώρα;
-Όχι, δε σκοπεύω να εξομολογηθώ. Ειδικά αυτόν τον καιρό, με τίποτα!

Έφυγα, κι ακόμα τρέχω. Κι είχα περάσει απ’ το απέναντι πεζοδρόμιο, μόνο και μόνο για κείνη, μα δεν βρήκα την ίδια. Ίσως αντίγραφο.)

Κι αφού την κλείσαμε κι αυτή την παρένθεση, λέγαμε ότι, σόρυ, δε θα πάρω, άλλο!
Α, να το πάρω, αυτό:
(Η μάννα μας, δεν ήταν θρήσκεια.
ΓΙΑΤΙ;
Γιατί, εγώ θυμάμαι, μια (μακάρι χίλιες!) Κυριακή, ενώ θα πήγαινα να κοινωνήσω, τηγάνιζε ψάρια και μού έδωσε ένα φάω, κι εγώ της είπα, «δεν κάνει, αφού θα κοινωνήσω», κι εκείνη είπε:
«ΦΑΤΟ ΤΩΡΑ, ΓΙΑΤΙ ΜΕΤΑ, ΔΕ ΘΑ ΒΡΕΙΣ!!!»
Κι ήταν αμαρτία αυτό;
Άμα είσαι ΘΡΗΣΚΟΣ, ΕΙΝΑΙ! Είπε!

Ε, λοιπόν, δεν είμαι, ΕΤΣΙ, ΘΡΗΣΚΕΙΑ! ΛΑΘΟΣ κατάλαβαν, όλοι!
Τόσο η μάννα, όσο κι εγώ, αλλιώς θεωρούσε την αμαρτία.
Ήταν 8 στόματα, πέτυχαν ψάρι, έδινε σ’ ένα παιδί κρυφά, φτώχια και πείνα και ήταν αμαρτωλή;

Το ίδιο θα έκανα, να μην χρειαστεί!
Χρειάστηκε όμως, για τον εαυτό μου.
Αμαρτωλή, έτσι κι αλλιώς, δε σώνονται οι αμαρτίες στον κόσμο, τούτο, έχω χάσει πάρα πολλά κιλά (λόγω δοντιών, μην ψάχνεστε για ανορεξίες, κ.λ.π. δεν τα παίρνεις εύκολα, όσο και αν τρως, και ειδικά, αν δεν είσαι λαίμαργος και σ’ αρέσει κι ο χαλβάς, έχω φάει απίστευτα πολύ χαλβά στη ζωή μου, ακόμα και σε καλύτερες εποχές, είναι το καλό ψευδώνυμο που ξέχασα, η Κατερίνα του Χαλβά), μού έτυχε να φάω, ας πούμε τυρί ή γιαούρτι Σάββατο και να βρεθώ, μπροστά σε ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, Κυριακή πρωί, εντελώς τυχαία, επειδή κάτι προέκυψε και κοινώνησα, αφού κοίταξα τις εικόνες, μία-μία στα μάτια, γιατί το είχα ανάγκη ή γιατί, κι ΕΚΕΙΝΟΣ το ήθελε και με πήγε ΕΚΕΙ, την κατάλληλη στιγμή!
Ποιος Άγιος Παπάς, είναι Άξιος να το κρίνει, και να το πει κακό αυτό και να μού ξεπερνάει εύκολα, όλα τα άλλα;
Για καθήστε, δεν καλύπτομαι!
Δεν μπορώ πια, να συνεννοηθώ, με πολλούς, τόσο στα της Πίστης, όσο και στα της Τέχνης.
Κι επειδή, στην τελική, «στου κουφού την πόρτα, όσο θέλεις βρόντα», είτε με σιωπές, είτε με λόγια, αποφάσισα ν’ αλλάξω τακτική εγώ. (της Κατερίνας Χαλβά και ΦΤΩΧΟΥ)

Θα το πάρω αλλιώς:
Όπως πήγαινα σε εκδηλώσεις που γίνονταν σε Μουσεία, κ.λ.π. έτσι θα πηγαίνω και στις Εκκλησιές, σαν Πολιτιστική Εκδήλωση, ένα πράγμα, δεν θα φωτογραφίζω τόσα κλικ, γιατί έχω και το μικρόβιο να τα δείχνω και καμπούριασα (πέρα απ’ τις ευθείες του αυχένα και τα υπόλοιπα), να χαρώ κι εγώ το καλοκαιράκι μου, γιατί στην τελική, στην Απέναντι Όχθη, ο καθένας περνάει μόνος του, δεν παίρνει μαζί του, ούτε το παιδί του, αν έτσι, νομίζει κάθε γονιός, είναι πολύ γελασμένος!

Αυτό το βιβλίο, δεν το διάβασα, τελικά! Έχω τόσα μισά κι αδιάβαστα!
Μού ‘χει λείψει αφάνταστα η θάλασσα!
Αν, όχι, τώρα, πότε;

Κι αυτό:
(-Προσευχήσου και για τα παιδιά μου, Κατερίνα!
-Ρε, συ! Δεν είμαι παπάς!
-Πιάνει από σένα, ξέρω, πιάνει!
-Μάθε τα, ποτέ δεν αργά, κυρά Τάδε μου, να προσεύχονται μόνα τους! Εσύ κι εγώ θα το κάνουμε, αλλά… δε φτάνει!
-Κάν’ το, Κατερίνα, κάν’το!

Λίστα σκέφτομαι να γράψω! Δε βγαίνει αλλιώς!
Λέω: ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ, ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, αλλά…
Με νοήσατε λίγο, γιατί ξεχάστηκα και ζαλίστηκα;

Α! Κι αυτό, στο πάρκο.
-Μού κάνει εντύπωση που κουνιέσαι κι εσύ, ενώ άλλα παιδάκια περιμένουν να αδειάσει η διπλανή κούνια…
-Τι να κάνω; Γυρίζουν όλα (ξέρεις, το Σέρν, που σέρνεται), κι αφού ζαλίζομαι, εξισορροπώ τις δυνάμεις!

Υγ. 1 και 27, χαμπάρι ειδήσεων, Σοκάρια θα έχει πάλι, όπου κι αν πας, λέω να χορτάσω ύπνο, γιατί τα ματάκια μου θέλουν λαδομπογιάτισμα κι αυτά, για να φύγουν οι μαύροι κύκλοι!

Ότι αφήνεις σε αφήνει, δε βαριέσαι, έχουμε Λάμψη μέσα μας!
Συμφωνείτε ή διαφωνείτε, δε θα μάθω, δε θα με χαλάσει, κιόλας!
Στου χωριό μ’ δεν έχω, ούτε τηλεόραση (πολλές, αλλά θέλει μάστορα κ.λ.π. πριτς! Ούτε τηλέφωνο, δεν πιάνει το κινητό, ούτε αυτά τα πήγαινα ιδιαίτερα, έχει κοτούλες, κοκοράκια, λουλουδάκια, χορταράκια, χασομεράω πολύ, πρέπει να γρηγορήσω!

(-«Πάντα υπήρχαν οι κακές ειδήσεις»! μου είπε.
-Ναι, δίκιο, έχει!)

Για να κλείσω, πάντα υπήρχαν και τα βιβλία, επιλέγεις, ακόμα κι ανέκδοτα, αν χρειαστεί και έχεις ανάγκη να γελάσεις!

…Και δε νομίζω να έχω σε πολλά, τέτοια… κι αλίμονο!
Πόσες σελίδες, λέει, έγραψα;
Δεν το πιστεύω! ΣΟΚ!
Ε, μα, κι αν δεν κάνω και το κέφι μου, να τα πω, τι κάνουμε;

Μη με φιλέψετε… δε θέλω.
Καμιά σταφίδα, ναι!
Νομίζουν εκεί στην Κόρινθο, ότι τους ξέχασα κι αυτούς, αλλά, ντεν είναι έτσι!
Να ‘μαστε ΚΑΛΑ, τον χειμώνα, να δώσουμε αποδείξεις ΑΓΑΠΗΣ!

ΕΙΘΕ!
Υγ.:
Δε χαιρετάω, ακόμα, αλλά, νιώθω ήδη λίγο τον αέρα του ταξιδιού, των ταξιδιών και μού βγήκε, γιατί αύριο, κ.λ.π. δε θα βγαίνει ο χρόνος, να προλάβω να τα γράψω, ντε!!!
Μυαλό, θέλει;
Υγ. δυο. Δε διορθώνω τίποτα, μόνο συμπληρώνω:

ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΟΜΟΙΟΤΗΤΑ ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΑ, ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ή ΣΤΙΓΜΕΣ, ΗΤΑΝ ΤΥΧΑΙΑ!

Χάριν του κειμένου, ποτίζονται κι οι στιγμές μου!
Και βασιλικό, φέτος, δεν έχω!
Δεν φύτρωσε και μού ‘δώσαν και αρκετά ριζάρια!
Νεροκολοκύθες, ναι! Φύτρωσαν μόνες τους. Δεν έχουμε καρπό φέτος, άργησαν!
Ντομάτες, ναι, πιπεριές, ναι, μαϊντανός, ναι, καθώς και αγγούρια!
Ένα, δηλαδή, το προσέχουμε, το προστατέψαμε, μην το φάνε οι κάμπιες.
Αύριο, μεθαύριο, το κόβουμε, το μοιράζουμε.
Κυκλάμινα λευκά, φουλ, γαρδένιες εν αναμονή μπουμπουκιών, κι η πασχαλούδα… λόγω Ανάργυρου (ΦΙΛΟΥ), δε γιόρταζε.... μεγάλωσε κι άλλο τα φύλλα, δεν άνθισε…

Υγ. 3 Δε μπορεί, θα βρω και ζυγαριές που η ΜΙΑ θα ζυγίζει τον Χριστό που κουβαλάω από παιδί, η άλλη θα ζυγίζει Θέατρο, η άλλη Μουσική και όλα, τα της Τέχνης.
Ως τότε, μόνη μου ή με παρέα, αλλά με παλάντζα, σίγουρα!

Εκεί φαίνεται αν σε «γελάνε».

ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ, ΕΔΩ, γιατί πάλι ξανασκορπίστηκα, κι ούτε που ξέρω, αν θα το ξανακάνω!

Έπρεπε, δεν έπρεπε να το φέρω εδώ, τί να πειράζει, αφού δικό μου συρτάρι, είναι;

************
Τελευταία ενημέρωση.
Η ανάρτηση αυτή είχε πάει στα πρόχειρα του Νο 2, θαύματα και σημάδια, με ετικέτες
Διάλογοι, Διάλογοι Πίστης, Διευκρινίσεις, Ιούλης 2016, Προσευχή, Χαλβά,
στις 2,27 π.μ. ξημερ.2/7/16

Ένα πολύ πρωτοφανές εμπόδιο με σταμάτησε και βρέθηκα στο κρεβάτι μου, άρον - άρον.
Δεν ξέρω ακόμα, από που ήταν 'εμπόδιο, από Καλό ή κακό, θα φανεί στο μέλλον...

Δεν έχω τίποτ' άλλο να πω - ΤΕΛΟΣ!

...Ημερολογιακά, πάω μπροστά, το διόρθωσα! 2 ο μήνας!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου