Τρίτη 28 Ιουνίου 2016

αρτοκλασία

 Ετυμολογία [επεξεργασία]

αρτοκλασία < μεσαιωνική ελληνική ἀρτοκλασία < από τη σύνθεση των λέξεων ἄρτος (ψωμί), και κλάω-κλῶ, (σπάζωκόβω)

Open book 01.svg Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αρτοκλασία θηλυκό
  1. εκκλησιαστική τελετή κατά την οποία ο ιερέας ευλογεί ψωμιά τα οποία, κατά την απόλυση, μοιράζονται, κομμάτι κομμάτι, στους πιστούς
    μετά τη θεία Λειτουργία τελέσθηκε αρτοκλασία και ακολούθησε λιτάνευση της εικόνας της Παναγίας

    ***
    ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου